vassal$549300$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:     

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

vassal$549300$ - translation to ελληνικό

STATE SUBORDINATE TO ANOTHER STATE
Vassal states; Vassal kingdom
  • Map of the Hittite Empire under [[Suppiluliuma I]] and [[Mursili II]]
  • Map of [[Neo-Assyrian]] territories in 824 BC and 671 BC
  • 1590]].

vassal      
υποτελής, δουλοπάρικος

Ορισμός

vassalage
n.
Subjection, dependence, servitude, slavery.

Βικιπαίδεια

Vassal state

A vassal state is any state that has a mutual obligation to a superior state or empire, in a status similar to that of a vassal in the feudal system in medieval Europe. Vassal states were common among the empires of the Near East, dating back to the era of the Egyptian, Hittite and Mitanni conflict, as well as ancient China. The use of vassal states continued through the Middle Ages, with the last empire to use such states being the Ottoman Empire.

The relationships between vassal rulers and empires was dependent on the policies and agreements of each empire. While payment of tribute and military service is common amongst vassal states, the degree of independence and benefits given to vassal states varied. Today, more common terms are puppet state, protectorate, client state, associated state or satellite state.